Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2024

ΤΟ ΦΙΛΙ - ANNE SEXTON


 

Το στόμα μου ανθίζει σαν μαχαιριά.

Αδικήθηκα όλο το χρόνο, ανιαρές

νύχτες, τίποτε άλλο από τραχείς αγκώνες μέσα τους

και κουτιά με απαλά Κλινέξ που φώναζαν κλαψιάρα

κλαψιάρα, ανόητη!

 

Μέχρι σήμερα το σώμα μου ήταν άχρηστο.

Τώρα σκίζει στις ορθές γωνίες του.

Σκίζει τα γεροντίστικα ρούχα, κόμπο-κόμπο

και δες — Τώρα είναι παντού χτυπημένο με αυτά τα ηλεκτρικά μπουλόνια.

Μπαμ! Ανάσταση!

 

Κάποτε ήταν μια βάρκα, όλως ξύλινη

και χωρίς προορισμό, χωρίς αλμυρό νερό από κάτω

χρειαζόταν και λίγη μπογιά. Δεν ήταν τίποτε περισσότερο

από ένα μάτσο σανίδες. Αλλά την ύψωσες, την αρμάτωσες

Τη διάλεξες.

 

Τα νεύρα μου τεντωμένα. Τα ακούω σαν

μουσικά όργανα. Εκεί που επικρατούσε σιωπή

τα τύμπανα, οι χορδές ανίατα παίζουν. Εσύ το έκανες αυτό.

Καθαρή ιδιοφυΐα στο έργο. Αγαπημένε μου, ο συνθέτης μπήκε

στη φωτιά.

 


My mouth blooms like a cut.

I've been wronged all year, tedious

nights, nothing but rough elbows in them

and delicate boxes of Kleenex calling crybaby

crybaby, you fool!

 

Before today my body was useless.

Now it's tearing at its square corners.

It's tearing old Mary's garments off, knot by knot

and see — Now it's shot full of these electric bolts.

Zing! A resurrection!

 

Once it was a boat, quite wooden

and with no business, no salt water under it

and in need of some paint. It was no more

than a group of boards. But you hoisted her, rigged

She's been elected.

 

My nerves are turned on. I hear them like

musical instruments. Where there was silence

the drums, the strings are incurably playing. You did this.

Pure genius at work. Darling, the composer has stepped

into fire.

 

LOVE POEMS, 1969

 


Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2024

[Ο ΑΛΕΞΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΣ ΠΑΙΡΝΕΙ ΤΟ ΦΑΡΜΑΚΟ ΤΟΥ]

 



Χαμένη κι απόψε στο σημάδι

που άφησε πάνω μου η τύχη

μια τύχη που υπολόγισε με ακρίβεια

/αμετάβλητα καθώς συνηθίζεται

η Άτροπος, πίνω χάπια για τον πονοκέφαλο

που προκαλεί τούτη η μεταθανάτια ζωή

 

από τον ποταμό στο βουνό

και πάλι πίσω, μια παιδική αντίληψη

που σχημάτισα για το τσαλαβούτημα

μόλις κλονίστηκε

και τα πόδια μου κρυώσανε

μουδιάζοντας το φυλακισμένο πνεύμα

 

κι εδώ σε αυτόν τον τόπο

τον ίδιο και απαράλλαχτο

με αυτόν που γεννήθηκα

/πόσο φτωχή η φαντασία μου βολοδέρνει

τα φύλλα πέφτουν το φθινόπωρο

και ο Αλέξης Τραϊανός παίρνει το φάρμακό του

 

για να βγει η νύχτα· τα περιστέρια

έχουν κουρνιάσει περιμένοντας

το ξημέρωμα και όλη η πλάση

μας έχει εντελώς ξεχάσει

γίναμε σκιές που υποφέρουν από σώμα

σώματα που δεν σταμάτησαν να υποφέρουν

από πνεύμα

 

Θ.

 

 


Παρασκευή 30 Αυγούστου 2024

[Ad Astra]

 



Οι νύχτες μας θησαυρίζουν αστέρια

αχταρμάς μέσα σε ένα κουβά

με νερό· το ήπιαμε, πλυθήκαμε, το δώσαμε

ενέχυρο σε έναν μικρό θεό

κι αυτό άστραψε μέσα στο μεγάλο του κύπελλο

καθώς το έπινε από υποχρέωση· κατόπιν

ξεδίψασε και άρχισε να το χρησιμοποιεί

για πλύσεις και γαργάρες· το έφτυνε

στα μούτρα μας, το πετούσε

στα χωράφια, το ‘δίνε στα μουλάρια· δεν υπάρχει τίποτε

που να μην το ευχηθήκαμε

λουόμενοι εμείς αείποτε με το αστραφτερό φτύσμα του θεού

Λες και η νύχτα ξυπνά μέσα μας τη δουλοπρέπεια

/εκτός από την όρεξη για έρωτα ή γλυκό

μας δίνει πάντα το ένα από τα τρία

όταν πέφτει το πιο λαμπρό άστρο λένε οι ρομαντικοί

μα ζούμε εμείς κυρίως -ω τι ανοησία- κάτω

από το έκκριμά του

μέχρι να πεθάνουμε

με την ίδια ξέφρενη πτώση

 

Θ.


Πέμπτη 29 Αυγούστου 2024

Εκτός σχεδίου ζώνη

 


Στα καλά καθούμενα η φίλη μου σήκωσε το φόρεμά της εν ώρα λειτουργίας στην εκκλησία του Άη Γιώργη· ήταν μια εκκλησία μέσα στους γύφτους. Γκεζεράγανε παντού στον περίβολο πουλώντας κεριά, ζητούσαν ελεημοσύνη και κολλούσαν μασημένες τσίχλες στις μαρμάρινες κολόνες. Στο κέφι τους πάνω ξιφομαχούσαν με τα κεριά, έπιαναν τους κώλους των περαστικών ξεφωνίζοντας ή έπαιζαν ανατολίτικα τραγούδια με τρυπημένα καλαμάκια, ακόμη και τις πιο ακατάλληλες μέρες - Μεγάλη Πέμπτη της Aποκαθήλωσης. Για να μπεις μέσα έπρεπε να κάνεις σχέδιο επί χάρτου, βήματα ένα δύο και τρία. Να μην μιλήσεις καθόλου μαζί τους, να μην απαντήσεις στις επίμονες ερωτήσεις τους και γενικώς να περάσεις όσο πιο απαρατήρητος γινόταν. Εκείνη δεν μπόρεσε να περάσει απαρατήρητη. Ένας κοκκινομούρης γύφτος με γαλαζωπό μάτι και ύφος σατανικής σκανταλιάς την πλησίασε κουνώντας την παλάμη του επιδεικτικά που τάχα ήρθε στην εκκλησία τόσο όμορφη να σκανδαλίσει όλα τα γεροντάκια. Επιτάχυνε το βήμα της μα η περιβολή και ο τρόμος της ήταν ένας άριστος συνδυασμός προσέλκυσης ενδιαφέροντος. Η μάνα της επέμενε να φορέσει αυτή τη φούσκα στη μέση της προκειμένου να προκαλέσει εντύπωση στον γιο του νεκροθάφτη, που ήταν ο πλουσιότερος γαμπρός Βοτανικού και περιχώρων. Το δε πουκάμισο ήταν γεμάτο δαντέλες αφρούς και στρας, τονίζοντας το τεράστιο στήθος της. Μα η φούσκα ήταν χειρότερη, κυρίως γιατί την έκανε και ένιωθε ξεκομμένη από την πραγματικότητα του μισού της σώματος· δεν έβλεπε τι γινόταν εκεί κάτω, αν το βρακί ήταν στη θέση του, αν χωρούσε να κρυφτεί άνθρωπος. Το τελευταίο απεδείχθη μοιραίο· ο κοκκινομούρης γύφτος την άρπαξε από το μπράτσο και τη συνόδευσε μες στην εκκλησία κοιτώντας τη με το γαλαζωπό μάτι βαθιά στο δικό της, αν θυμάμαι καλά, το μελί. Την κάθισε όπως όπως σε ένα μεγάλο στασίδι στην πιο απόμερη γωνιά του ναού και κρύφτηκε κάτω από τη φούσκα της την ώρα που ξεκινούσε η θεία μετάληψη. Δούλεψε με τη γλώσσα του και τα δάχτυλά του όλη την περιοχή παραμερίζοντας το εσώρουχό της, ενόσω, μένοντας εκείνος εν βρασμώ και σφαδάζοντας, η φίλη μου χαιρόταν και υπέφερε μαζί. Η οχλαγωγία της ουράς για τη μετάληψη τούς είχε κυριολεκτικά σώσει τα τομάρια.

Όταν βγήκε από εκεί είχε ένα ύφος αλαφιασμένου τρελού. Κοίταξε ολόγυρα και ύστερα πάνω στον θεόπνευστο τρούλο σαν να ζούσε εκείνη τη σπάνια στιγμή της αλλαξοπιστίας. Αποσβολωμένος κινήθηκε προς την έξοδο ενώ η φίλη μου, χαμένη και αυτή, μουδιασμένη και παντελώς ανόητη, ήρθε και κάθισε δίπλα μου την ώρα που τελείωνε το Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε. 
Ξάφνου η ανοησία ασυγκράτητη την ανασήκωσε· με αποφασισμένο το βλέμμα σήκωσε τη φούσκα και μου ζήτησε να δω τι έχει από κάτω. Ο κόσμος σκανδαλίστηκε. Άρχισαν φωνές βοές και αφορισμοί. Ίσα που πρόλαβα να της φωνάξω καθώς την απομάκρυνε με απαράμιλλο θάρρος ο γιος του νεκροθάφτη: το βρακί σου φίλη μου! Το βρακί σου!


Τρίτη 30 Ιουλίου 2024

ΚΤΥΠΟΙ

 




*

Συχνά λέω

πως η απιστία

είναι ένα κέρμα

στην τσέπη του Λεοπόλδου Μπλουμ

16η Ιουνίου, ημέρα κηδείας

 

κι ο εραστής μου γελώντας

σαν ταχυδακτυλουργός

βρίσκει το κέρμα πίσω

από τ’ αυτί μου

 

*

Σ’ αυτή τη φωτογραφία

σαν πεθαμένη από καιρό

 

ψάχνω τη χρονολογία θανάτου

να ησυχάσω· πως έγινε,

πως ξεμπέρδεψα

 

*

Η ψυχή μου καταβροχθίζει

τούτο τον άδειο αέρα

με τη μανία της πληρώσεως· ζει

ματαίως κι ανασταίνεται μόνο

στα ψέματα

 

Θ.


Παρασκευή 26 Ιουλίου 2024

ΙΗΣΟΥΣ ΑΚΟΙΜΗΤΟΣ - JESUS AWAKE, ANNE SEXTON






 ΙΗΣΟΥΣ ΑΚΟΙΜΗΤΟΣ

 

Ήταν η χρονιά

του βιβλίου Πώς να κάνετε σεξ,

ο Αισθησιακός Άνδρας και η Γυναίκα χαζοφλέρταραν

αλλά ο Ιησούς νήστευε.

Έφαγε την άγαμη ζωή Του.

Το έδαφος έτρεμε σαν ωκεανός,

ένα μεγάλο σεξουαλικό πρήξιμο κάτω από τα πόδια Του.

Οι πάπυροί Tου πιάνονταν μεταξύ τους.

Χρυσό σάβανο Tον είχε τυλίξει σαν ναυτία.

Στην ύπαιθρο τα γατάκια κρέμονταν από τα βυζιά της μητέρας τους

σαν λουκάνικα σε καπνιστήριο.

Τα κοκόρια έκλαιγαν όλη μέρα, σφυροκοπώντας για αγάπη.

Το αίμα έτρεξε από την αντλία της κουζίνας

αλλά Εκείνος νήστευε.

Το φύλο Tου ήταν ραμμένο πάνω Του σαν μετάλλιο

και το πέος Του δεν ήταν πια λυπηρά καμωμένο πάνω Του.

Νήστευε.

Ήταν σαν ένα μεγάλο σπίτι

χωρίς κόσμο,

κανένα σχέδιο.

 

 

JESUS AWAKE

 

It was the year

of the How To Sex Book,

the Sensuous Man and Woman were frolicking

but Jesus was fasting.

He ate His celibate life.

The ground shuddered like an ocean,

a great sexual swell under His feet.

His scrolls bit each other.

He was shrouded in gold like nausea.

Outdoors the kitties hung from their mother's tits

like sausages in a smokehouse.

Roosters cried all day, hammering for love.

Blood flowed from the kitchen pump

but He was fasting.

His sex was sewn onto Him like a medal

and His penis no longer arched with sorrow over Him.

He was fasting.

He was like a great house

with no people,

no plans.


The Book of Folly (1972), ΙΙ-The Jesus Papers.

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2024

ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

 


 

θα αφιερωθώ επιτέλους στη γραφή·

τίποτε άλλο δε θα κάνω

παρά θα γράφω

θα έχω γύρω μου στοίβες

από λευκά χαρτιά που

θα τα γεμίζω

με ποιήματα για τον ήλιο

για τη θάλασσα και το ελαφρύ κύμα

που φέρνει κοχυλάκια και χρωματιστές πετρούλες

για όσα γράψαν άλλοι κι άλλοι·

κι εγώ μαζί τους θα αισθάνομαι

τον ήλιο να σιγοκαίει τη διάθεσή μου

για γραφή, να την πυροδοτεί

τόσο που θα μου ‘ρχεται

να γυμνωθώ μπροστά στην olivetti·

και έτσι θα κυλούν οι μέρες

στην πόλη, ώσπου ο Σεπτέμβρης

θα με βρει στο κατώφλι του εκδότη μου

με τόσες και τόσες εμπειρίες,

άπνοες βουτιές στοιχειά είδη υπό εξαφάνιση

ερωτικό παραλήρημα καπνίζοντας

πολύ Αιγαίο γαλανό με ονόματα ακτών

στις χούφτες των χεριών μου

 

Θ.

Τρίτη 2 Ιουλίου 2024

ΟΠΩΣ HTAN ΓΡΑΜΜΕΝΟ - ΑΝΝΕ SEXTON





Γη, γη,
που ιππεύεις το γαϊτανάκι σου
προς την εξαφάνιση,
κατευθείαν στις ρίζες,
πυκνώνοντας τους ωκεανούς σαν πηχτή σος,
κακοφορμίζοντας μες στις σπηλιές σου,
γίνεσαι αφοδευτήριο.
Τα δέντρα σου είναι ανεστραμμένες καρέκλες.
Τα λουλούδια σου στενάζουν στους καθρέφτες τους,
και δακρύζουν για έναν ήλιο που δεν φοράει μάσκα.

Τα σύννεφα σου ντυμένα στα λευκά,
προσπαθώντας να μονάσουν
λένε προσευχές εννέα ημερών στον ουρανό.
Ο ουρανός είναι κίτρινος με τον ίκτερο του,
και οι φλέβες του χύνονται στα ποτάμια
εκεί που τα ψάρια γονατίζουν
για να καταπιούν τρίχες και κατσικίσια μάτια.

Συνολικά, θα έλεγα,
ο κόσμος πνίγεται.
Και εγώ, στο κρεβάτι μου κάθε βράδυ,
ακούω τα είκοσι παπούτσια μου
να συζητούν γι’ αυτό.
Και το φεγγάρι,
κάτω από τη σκοτεινή του κουκούλα,
πέφτει από τον ουρανό κάθε βράδυ,
με το πεινασμένο κόκκινο στόμα του
να ρουφήξει τις πληγές μου.


AS IT WAS WRITTEN
Earth, earth,
riding your merry-go-round
toward extinction,
right to the roots,
thickening the oceans like gravy,
festering in your caves,
you are becoming a latrine.
Your trees are twisted chairs.
Your flowers moan at their mirrors,
and cry for a sun that doesn't wear a mask.

Your clouds wear white,
trying to become nuns
and say novenas to the sky.
The sky is yellow with its jaundice,
and its veins spill into the rivers
where the fish kneel down
to swallow hair and goat's eyes.

All in all, I'd say,
the world is strangling.
And I, in my bed each night,
listen to my twenty shoes
converse about it.
And the moon,
under its dark hood,
falls out of the sky each night,
with its hungry red mouth
to suck at my scars.

August 4, 1974

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2022

Παραλλαγές της Ήττας

 



*

οι ώμοι της μητέρας

μαζεύτηκαν όπως

κλείνουν

τα πέταλα του δειλινού

τη μέρα

 

*

στον πάτο του πηγαδιού

βλέπω το πρόσωπό μου

/φτύνω το νερό

να διαλύσω τις όψεις,

και τη Χαδούλα μαζί

πριν το φονικό

 

*

στο συρμό

παθαίνω το τρακ

του οικοδεσπότη

καθώς τα μάτια μου

ψάχνουν κάτι να πουν

σαν τον επαίτη ή τον τρελό

που ζει χρόνια

σε τούτη τη γραμμή

 

*

ευχαριστώ

τον ποιητή

που μου ‘στειλε

τον θάνατο

με τη μορφή του

 

Θ.


Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2022

Ποίησις αζήτητος



[...]


Πώς βουλιάζει

το κρίμα σου στ' ασημιά

και βγαίνει όλο θαμπάδα

να πουληθεί στον πάγκο

του πλανόδιου βιβλιοπώλη;

Και εκείνος ο Ζαρατούστρας

δίπλα σου αιωνόβιος

πορτοκαλής ήλιος

σε κρατάει από το χέρι

να φύγετε μαζί


-αν ίσως-


εκείνος ήρωας

και συ νεκρή κιόλας

σε τιμή ευκαιρίας

κι ας μακαρίζεις την τύχη σου

στα ίχνη που άφησε

ο πατέρας

Μα άλλο δεν είσαι

πάρα εκείνο το άτυχο κορίτσι

που 'πε η ηλικιωμένη του

δεύτερου ορόφου

κρίμα, νέα σαν τον

άργυρο

μα αφόρετη μαύρισε από την καρτερία

 

Θ.


Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2022

Το τραγούδι του βοριά

 


 

Πως γράφω ό,τι με ριγεί τη λύπη τη χαρίζω

σ’ αδάμαντα και κρύσταλλο τη σπάω και τη λιανίζω

μόνο που στέκομαι σιμά στο βράχο και στο κύμα

του αθηριού με τον ανθό γεννά μονιά το ποίημα

κι ολότελα ταξίδεψα στου Άτλαντα την πλάτη

αρνήθηκα να με μετρώ διασκελισμούς γεμάτη

ανάσα φεγγαρόλυτη κι ελεύθερη σπαθίζει

τον ίαμβο ζευγαρωτή τα λόγια μου γυρίζει

 

όπως στέκομαι

στην άκρη του βράχου

θυμάμαι τους αυτόχειρες ποιητές

/ο λόγος τους βαρίδι στη ψυχή μου

κι όμοια με άσεμνη σκέψη ή

με την πιο κρυφή επιθυμία

               /το βυζί ζεστή τροφή

               στο στόμα του εραστή μου

               τα νύχια μπηγμένα

               στο δέρμα το δοσμένο

τινάζω τα μαλλιά μου και

πέφτουν οι ανθοί

που μάζεψα στο δρόμο

προς τη θάλασσα τάχα

που διάλεξα μες στην παγκόσμια μοίρα

προτού να ριχτώ

στην ανάγκη της

κι ας με ζώνει ο φόβος

 

οι δυο μου φύσεις πολεμούν, η μια να τραγουδάει

κι η άλλη η πικρότερη θάνατο να σκορπάει.-



Πρώτη δημοσίευση στο Κόσκινο:

https://tokoskino.me/2021/11/09/%ce%b8%ce%b5%ce%bf%ce%b4%cf%8e%cf%81%ce%b1-%ce%b2%ce%b1%ce%b3%ce%b9%cf%8e%cf%84%ce%b7-%cf%84%ce%bf-%cf%84%cf%81%ce%b1%ce%b3%ce%bf%cf%8d%ce%b4%ce%b9-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%b2%ce%bf%cf%81%ce%b9%ce%ac/?fbclid=IwAR08DkODXvvhnA60lCN-MjfcrEfLbKBkGXCM-L6aao0g4CyxHyq8l4hImL4

ΤΟ ΦΙΛΙ - ANNE SEXTON

  Το στόμα μου ανθίζει σαν μαχαιριά. Αδικήθηκα όλο το χρόνο, ανιαρές νύχτες, τίποτε άλλο από τραχείς αγκώνες μέσα τους και κουτιά με απαλά Κ...