Έρωτά μου
σ’ εχθρεύομαι
παράφορα θρασομανείς
στα σωθικά μου
κι είναι χωρίς δάκρυα το κλάμα μου
χωρίς ντροπή η αιδημοσύνη
τούτο το βλέμμα του καθρέπτη ξεσπώ
κι αργεί ο ηλιόφωτος ουρανός
στη βροχή σε πολεμώ
όπως η λύσσα την πιστή μου προκοπή
όπως ο πορθητής που γνώρισε την άτη
κι όταν γλυκαίνεις τη σκέψη της καρδιάς μου
τότε σ’ εχθρεύομαι
περισσότερο
τότε σηκώνω
τη σπάθη της ήττας μου
και σε σκοτώνω
Θ.