Αναπτέρωσε το θυμικό
απ’ την κουβέντα που στήσανε δυο άγγελοι
γερασμένοι τάχα
στον διάδρομο του νοσοκομείου
/θλιμμένη ρίζα από παλιά
στο γένος μου ορμητικά
απλώνει, λίγος καιρός
κι αφόρητος μου μένει
ας είναι τόσο
χαιρετώ το λίγο της ζωής μου
/τα χέρια σου όπως δένονται μεταξύ τους
-θαρρείς μια για πάντα-
μικρά όπως του αγέννητου παιδιού
μέσα στη γαλάζια περιβολή της κατάκλισης
περιμένουν ελπίζοντας
καθώς σε υποβαστάζω στον δρόμο
για την τουαλέτα
και θέλω να κλάψω που τόσο σ’ αγαπώ
τούτη την άχαρη στιγμή μας
Ανήμπορη ζωή του τέλους
γεμάτη αγάπη
πλασμένη όπως-όπως
μες στην Αναμνηστική
Λήθη του Ν.Κ.
Θ.